Σαν τον κορμό μιας αειθαλούς και αιωνόβιας ελιάς που διακλαδώνεται αλλά παραμένει ένας οργανισμός, ο Άγγελος και ο Παναγιώτης Βαλαής, οι δύο γιοι του δημιουργού της “Ελιάς” Κωνσταντίνου Βαλαή (VALAES) είναι συνεργάτες, συνεμπνευστές, συνδημιουργοί και πλέον συνεχιστές του έργου του πατέρα τους. Από το φιλόξενο και φίλεργο εργαστἠριο της Καλλιθέας αφηγούνται τη γένεση και την καρποφορία μιας ελληνικής εξαγωγικής καλλιτεχνικής επιχείρησης με έμφαση στην ποιότητα και την εντοπιότητα. Συνεχίζοντας την ωραία παράδοση, φιλοτεχνούν και φέτος τα μετάλλια των νικητριών του Ladies Run και δηλώνουν ομόπνοοι αυτό που θα μπορούσε να είναι το επιχειρηματικό και οικογενειακό τους λογότυπο: “όλοι μαζί και πάντα μαζί”.
-Άγγελε και Παναγιώτη, είστε η νέα γενιά και συνεχιστές του πατέρα σας Κωνσταντίνου. Την «ελιά» τη βρήκατε ή τη βρήκατε όλοι μαζί;
A– Ο πατέρας το ξεκίνησε και εμείς… μπήκαμε.
Π– Μπήκαμε μαζί, το ενισχύσαμε και εμείς, σπουδάσαμε πάνω σε αυτό, γιατί δεν μπορούσε να έχουμε μόνο την εμπειρία που μας έδωσε ο πατέρας μας από την πρακτική που είχαμε κάθε μέρα μαζί του.
-Μεγαλώσετε κάπως μαζί με την ελιά. Σας φύτεψε…
Α– Μας μπόλιασε
Π-Ναι, ακριβώς
– Σας κλάδευε και λίγο;
Α-Μας διαμόρφωνε.
-Σας διαμόρφωνε για αυτό ή σας άφησε να αναπτυχθείτε μόνοι σας;
Π – Όχι, η αλήθεια είναι ότι κάναμε άλλες σπουδές και είχαμε άλλες πορείες, Εμείς το ζητήσαμε, μείς μπήκαμε.
Α -Είχαμε τελείως άλλες πορείες στην αρχή. Δηλαδή κάναμε τις σπουδές μας, εγώ marketing, εμπόριο και διαφήμιση και ασχολιόμουν πάνω σε αυτό. Ο Παναγιώτης αντίστοιχα είχε κάνει τις σπουδές του στα οικονομικά. Απλά κάποια στιγμή αποφασίσαμε ότι το χόμπι του πατέρα μας, που είχε ήδη αρχίσει να το κάνει επαγγελματικά, μας άρεσε και θέλαμε να είμαστε όλοι μαζί. Οπότε πήγαμε και σπουδάσαμε πάνω σε αυτό, αργυροχρυσοχοΐα Είμαστε πλέον καθηγητές αργυροχρυσοχοΐας, μπορούμε να διδάξουμε κανονικά κόσμημα, και αυτές τις τεχνικές τις βάλαμε μέσα στη γλυπτική που κάνουμε και προσπαθούμε να δημιουργήσουμε κάτι διαφορετικό.
Π – Υπήρχε φλέβα στην οικογένεια ανέκαθεν με το καλλιτεχνικό, είτε με ζωγραφική, είτε με κατασκευές, πάντα είχαμε κάτι το καλλιτεχνικό στο σπίτι. Επίσης παίζαμε πιάνο, υπήρχε αναζήτηση. Οπότε αφού κάναμε τις σπουδές μας, μάς βγήκε η ανάγκη να ασχοληθούμε με το καλλιτεχνικό οπότε μπήκαμε σε αυτό όλοι μαζί.
-Ο Κωνσταντίνος ήταν ο πρώτος ή υπήρχε κάποια παλαιότερη παράδοση σε αυτό;
Π – Ο πατέρας μας ήταν η πρώτη γενιά. Αυτός είχε την καλλιτεχνική φλέβα. Ξεκινάγαμε μικρά για το σχολείο και το πρωινό μας ζωγράφιζε στις χαρτοπετσέτες ζωάκια, ήταν πάντα όλα ήταν σαν έργα τέχνης.
-Αυτό το εργαστήριο δημιουργήθηκε να το πω έτσι η σχέση του Κωνσταντίνου και κατ’ επέκτασιν και δική σας με την αργυροχρυσοχοΐα προηγήθηκε της ελιάς ή δημιουργήθηκε για την ελιά;
Α – Προηγήθηκε. Ακριβώς επειδή έκανε και ζωγραφική και έπειτα μεταπήδησε στην αγιογραφία, φτάνοντας την αγιογραφία σε ένα επίπεδο που δεν πήγαινε άλλο, ήθελε να την εμπλουτίσει και να φτιάξει χαρακτικά σε μία εικόνα της Παναγίας. Ήθελε να κάνει μία άμπελο γύρω-γύρω και έψαξε να βρει πώς γίνεται αυτό. Οπότε εκεί αναζήτησε την τεχνική της αργυροχρυσοχοΐας για να μπορέσει να δημιουργήσει από μέταλλο την άμπελο την έκανε μπρούτζινη, και όλη αυτή η αναζήτηση τον οδήγησε να πάει να σπουδάσει αργυροχρυσοχοΐα. Και αφού έμαθε αργυροχρυσοχοΐα και είχε την αγάπη της ελιάς, τη χρησιμοποίησε για να δημιουργήσει, να δώσει ζωή στην ελιά πλέον.
Π – Η αγάπη της ελιάς προκύπτει από τον τόπο, προκύπτει από την καταγωγή, δηλαδή υπήρχε. Εμείς έχουμε καταγωγή από τη Θεσπρωτία, από την Ήπειρο εκεί έχουμε και καλλιεργούμε ελιές και από κει προέρχεται όλη αυτή η ενασχόληση με τη γη, και αυτές οι εικόνες από παλαιά συνέβαλαν ώστε να το χρησιμοποιήσει και στο φυτικό του μοτίβο. Έτσι προέκυψε η ελιά και η αγάπη για την ελιά.
-Και η ελιά επικράτησε της αμπέλου.
Π – Σαν γλυπτό έχει πάρα πολλές προοπτικές. Δηλαδή και στη φύση αν εξετάσεις την ελιά σου δίνει πάρα πολλές εικόνες. Είναι τεράστια πηγή έμπνευσης, έχεις πάρα πολύ διαφορετικούς κορμούς να δεις, να μελετήσεις, πολλές διαφορετικές φυλλωσιές, πολλά φύλλα διαφορετικά, οπότε καλλιτεχνικά σου προσφέρει μεγάλο πεδίο δημιουργίας.
Α – Ναι, και γενικότερα η ελιά υπήρχε πάντα μέσα του, οπότε όταν βρήκε την τεχνική να μπορέσει να της δώσει ζωή, του βγήκε αβίαστα. Υπήρχε πάντα η αγάπη για την ελιά και έψαχνε τρόπο, βρήκε τεχνική και συνέχισε με αυτό.
Η ελιά είναι τεράστια πηγή έμπνευσης, έχεις πάρα πολύ διαφορετικούς κορμούς να δεις, να μελετήσεις, πολλές διαφορετικές φυλλωσιές, πολλά διαφορετικά φύλλα, οπότε καλλιτεχνικά σου προσφέρει μεγάλο πεδίο δημιουργίας.
-Και υπήρξε πολύ γρήγορα μία θερμή ανταπόκριση του κοινού.
Π – Ναι γιατί στην αρχή όλο αυτό είχε ξεκινήσει ως χόμπι, ο πατέρας μας τα χάριζε τα έργα του αλλά έφτασε στο σημείο να χαρίζει τόσα πολλά που του λέγαμε “Τι κάνεις Γιατί τα χαρίζεις; Δεν υπάρχει λόγος να χαρίζεις”. Οπότε μας είπε : “παιδιά, βλέπω ότι μπορείτε. Θέλετε να δούμε όλοι μαζί μήπως το κάνουμε αλλιώς;”. Γιατί και εμείς πέρα από τις σπουδές και τη δουλειά που κάναμε είχαμε και μία αναζήτηση, πέρα από την καλλιτεχνική, για το τι θα κάνουμε συγκεκριμένα στη ζωή μας. Ε, τότε ήταν αρκετά καλό και το τάιμινγκ για εμάς. Αποφασίσαμε όλοι μαζί θα πάμε σε αυτό.
-Πότε ξεκίνησε αυτό;
Α – Στη μορφή αυτή, έτσι όπως είμαστε και οι τρεις στο εργαστήριο, έχει ξεκινήσει από το 2009. Ο πατέρας μου με την ελιά ασχολείται από τη δεκαετία του ’90.
-Και προηγουμένως τι έκανε;
Π – Επιχειρηματίας ήταν, είχε άλλες επαγγελματικές ανησυχίες και αυτό ήταν το χόμπι του, η διέξοδος του, η καλλιτεχνική του έκφραση και δεν το έβλεπε επαγγελματικά και για αυτό τα χάριζε στην αρχή. Τώρα στην ουσία, με αφορμή εμάς, γιατί ήθελε να μας βοηθήσει, το κάναμε επαγγελματικά. Αλλιώς θα συνέχιζε να κάνει το χόμπι του.
Α – Ουσιαστικά η επιτυχία έγκειται στο ότι εκμεταλλεύτηκε τις γνώσεις του στο βιομηχανικό σχέδιο. Οπότε όλη αυτή η κλίμακα, η κλίμακα της βιομηχανίας τον έκανε να εμπνευστεί μεγάλα έργα και αυτόν ήταν που τον καθιέρωσε και το έκανε γνωστό. Βλέπουμε έργα του σε μουσεία, σε μεγάλα ξενοδοχεία, σε χώρους εξωτερικούς και η κλίμακα ήταν αυτή που τον καθιέρωσε, έκανε δέντρα που δεν είχε ξανακάνει κανένας άλλος, μη σου πω και παγκόσμιος Οπότε αυτό ήτανε το μεγάλο μπαμ που έκανε καλλιτεχνικά, η κλίμακα .
Π – Και για αυτό υπήρξε η μεγάλη ανταπόκριση του κόσμου, γιατί ήταν κάτι διαφορετικό.
Καταλαβαίνεις ότι πέρα από την αγάπη που έχει ο Έλληνας για την ελιά, είναι πλέον παγκόσμιο σύμβολο ειρήνης και πολιτισμού και το αναγνωρίζουν οι πάντες.
-Έχετε κάνει πάρα πολλές εκθέσεις σε όλο τον κόσμο μπορείτε έτσι να σκεφτείτε περιπτώσεις όπου σας εξέπληξε η ανταπόκριση του κοινού;
Π – Σίγουρα μια περίπτωση ήταν στη Νέα Υόρκη όταν κάναμε την έκθεση εκεί, όπου ήρθε κάποιος συλλέκτης, είδε τα πράγματα, δεν τον ξέραμε από πριν, και έκατσε μπροστά στο δένδρο και το κοιτούσε και έτσι όπως τα κοιτούσε έβαλε τα κλάματα, συγκινήθηκε. Και του λέμε: τι; Και μας λέει “αυτό με συγκινεί πάρα πολύ, γιατί μου θυμίζει τις ρίζες μου, και η απόδοση που του έχετε κάνει είναι σαν να βλέπω τα παιδικά μου χρόνια”. Εκεί δεν έχει σημασία που ο άνθρωπος δεν αγόρασε κάτι, για μας θα είναι λες και είχαμε όλα τα λεφτά του κόσμου Την ανταπόκριση και το ότι μοιράστηκε κάτι τόσο προσωπικό μαζί μας.
Α – Αυτό που είναι εντυπωσιακό γενικότερα είναι ότι έρχονται σε επαφή πολιτισμοί, θρησκείες. Όταν είχαμε κάνει έκθεση στο Ντουμπάι ερχόντουσαν άνθρωποι από εκεί και μας λένε ότι αναγνωρίζουν την ελιά, που εμείς νομίζαμε ότι ξέρουν μόνο τους φοίνικες. Και μας είπαν “αναφέρεται ως ιερό φυτό στο Κοράνι, είναι για μας κάτι πολύ οικείο”. Δηλαδή καταλαβαίνεις ότι πέρα από την αγάπη που έχει ο Έλληνας για την ελιά ανά τα χρόνια, που ήταν η διατροφή του, το εμπορικό του στοιχείο, είναι πλέον και παγκόσμιο σύμβολο και ειρήνης και πολιτισμού και το αναγνωρίζουν οι πάντες. Από Ιαπωνία, ὀπου έχουμε συλλέκτες – που έχουν ελιές, δικιά τους ποικιλία ελιάς – μέχρι… παντού.
-Πράγματι, σκέφτομαι και εγώ την ελιά ως κατεξοχήν ελληνικό δέντρο, ακόμα και στους πασίγνωστους στίχους του Ελύτη.
Π -Aκόμα και στο αέτωμα στον Παρθενώνα βλέπουμε τον “διαγωνισμό” για το πώς θα αποκτήσει η Αθήνα το όνομά της. Η θεά Αθηνά έβγαλε την ελιά και κέρδισε τον Ποσειδώνα, που έβγαλε το νερό – που το νερό είναι πηγή ζωής – αλλά προτίμησαν την ελιά γιατί ήτανε έξτρα πηγή ζωής, ήτανε φαγητό, ξυλεία, τροφή, στο εμπόριο ήταν commodity, είχε ανταλλακτική αξία.
-Πώς θα είναι ακριβώς το μετάλλιο για το Ladies Run;
Α– Θα είναι στεφανάκι αντί για μετάλλιο, το στεφάνι είναι ένας mini κότινος, που ξέρουμε από την Ολυμπιάδα και από τα αρχαία χρόνια, ο οποίος θα είναι φιλοτεχνημένος από εμάς, θα έχει πάνω τις ελιές του με τα αντίστοιχα χρώματα για την πρώτη, δεύτερη, τρίτη θέση και είναι κάτι μοναδικό. Aκριβώς γιατί θέλουμε να ενισχύσουμε και εμείς όλη αυτή την προσπάθεια.
-Είναι στενά συνδεδεμένη και με τον αθλητισμό η ελιά επίσης.
Π – Σαφώς, γιατί στον ολυμπιονίκη το βραβείο ήταν ένα στεφάνι ελιάς.
-Και στα Παναθήναια το λάδι ήταν το βραβείο. Είδα κάτω επίσης που έχετε και ένα στεφάνι βελανιδιάς, όπως τα μακεδονικά. Δεν έχετε ποτέ μπει σε πειρασμό για άλλα φυτά;
Α– Η αλήθεια είναι ότι η έμπνευση δεν σταματάει, έχουμε χρησιμοποιήσει και άλλα φυτικά μοτίβα, όπως τη βελανιδιά, το ρόδι, την άμπελο, το πεύκο, δηλαδή γενικότερα δουλεύουμε πάνω στο φυσικό μοτίβο, πάνω στη φύση, παρατηρούμε και προσπαθούμε να δημιουργήσουμε. Καλώς ή κακώς, η μεγαλύτερη επιτυχία η εμπορική είναι στην ελιά. Γιατί αναγνωρίζεται ως σύμβολο.
Π– Και έτσι μας αναγνωρίζουν όλοι παρά το ότι έχουμε κάνει και πολλά πράγματα διαφορετικά όπως και φέτος μόνο που έχουμε κάνει δύο εκθέσεις, η μία στο εξωτερικό στη Γαλλία, και μία στην Ελλάδα στην Art Athina που έγινε τον Σεπτέμβρη, μόνο με την άμπελο, αλλά η ελιά τελικά “νικάει” πάντα, λόγω των συμβολισμών και την αναγνώριση της παγκοσμίως και ό,τι άλλο κάνουμε το οποίο μπορεί να είναι πάρα πολύ ωραίο αλλά κάποια στιγμή στην ελιά γυρίζουμε.
-Η παραγωγή σας γίνεται όλη σε αυτό το εργαστήριο;
Π-Έχουμε συνεργασίες που κάνουμε τα χυτήριας μας, το σημαντικό είναι ότι όλα γίνονται εδώ, όταν λέμε εδώ εννοούμε στην Ελλάδα, δεν κάνουμε τίποτα αλλού, δεν εισάγουμε τα χυτήριά μας από το εξωτερικό, που η εποχή είναι πολύ δύσκολη, καλώς ή κακώς το κόστος έχει εκτοξευτεί για λόγους τους οποίους πάνω-κάτω όλοι γνωρίζουμε, εμείς το κρατάμε, όποιο χέρι έχει ακουμπήσει πάνω στο αντικείμενο είναι από δω. We keep it local.
Α-Εδώ μέσα είναι όλη η δημιουργία, κάποια στάδια που μπορεί να χρειάζονται – όπως του χυτηρίου – μπορεί να γίνονται εξωτερικά, αλλά όλα γίνονται εδώ: και η σύνθεση και η δημιουργία και η σύλληψη της ιδέας.
Π-Η σύλληψη δεν ξέρω, μπορεί να είναι ο καλλιτέχνης στο λιβάδι, στο χωριό και να εμπνευστεί.
-Τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που κάνει τις «ελιές» σας μοναδικές με την έννοια ότι εύκολα θα μπορούσε κάποιος να αρχίσει να βγάζει ελιές και ένα άλλο εργαστήριο και κάποιος άλλος –και βγάζουν, είναι και άλλοι που ασχολούνται – αλλά τι είναι αυτό που κάνει μοναδικό την “Ελιά Βαλαή”.
Α – Μπορούμε να περιαυτολογήσουμε, αν και βέβαια θα το έλεγε καλύτερα κάποιος συλλέκτης, αλλά αυτό που έχουμε δει εμείς ότι επειδή πάντα μελετάμε και τον ανταγωνισμό και γενικότερα κοιτάμε τι γίνεται για να μπορέσουμε να εξελισσόμαστε, ίσως το background που είναι στην αργυροχρυσοχοΐα που έχει πολύ λεπτομέρεια, δεν είναι απλά να κάνουμε κάτι για να το δείξουμε, προσέχουμε πάρα πολύ τη λεπτομέρεια – ουσιαστικά κάνουμε κόσμημα – ίσως γι’ αυτό όλη αυτή η λεπτεπίλεπτη δουλειά που κάνουμε έχει αυτή την ανταπόκριση.
-Δηλαδή μιλάμε τελικά για ένα κόσμημα πάνω από όλα.
Π – Ουσιαστικά ναι, σε κλίμακα μεγάλη.
Α – Η δουλειά που έχει πάνω, η προσέγγιση που έχει, η σκέψη για το πώς θα γίνει, από εμάς είναι πάντα με βάση την τέχνη και τις τεχνικές του κοσμήματος.
Π – Είναι και η αισθητική, Δεν θέλουμε απλά να δείξουμε μία εικόνα που από μακριά φαίνεται μια ελιά, μία φόρμα και από κοντά θα δεις κάτι ακαλαίσθητο. Το θέλουμε και από κοντά κι από μακριά να υπάρχει καλαισθησία και στη φόρμα και στη λεπτομέρεια.
Α – Οπότε η διαφορά είναι στη λεπτομέρεια.
Εμείς εξάγουμε πολιτισμό σιωπηλά. Ούτε το φωνάζουμε, ούτε το διατυμπανίζουμε. Προσπαθούμε να είμαστε με πολύ σεβασμό στην παράδοση μας και στις ρίζες μας
-Είστε μία πετυχημένη Ελληνική εξαγωγική. Αυτό που λέμε ότι “ο πολιτισμός μας είναι η βαριά μας βιομηχανία”, σε εσάς επιβεβαιώνεται;
Α-Ένα ατού που έχουμε είναι ότι είμαστε τρεις. Αν ας πούμε ήταν μόνος του ο Παναγιώτης, μόνος του ο Άγγελος, ή μόνος του ο πατέρας μου, κάποια στιγμή θα υπήρχε και στο μυαλό και στη ζωή ένα τέλμα.
Π– Το ότι είμαστε τρεις και οι τρεις θα πούμε δέκα κοτσάνες και από αυτά θα μείνει ένα, με την τριβή με τη ζύμωση όλη αυτή, ίσως να είναι και ένα από τα στοιχεία της επιτυχίας.
-Λειτουργεί η οικογενειακή επιχείρηση; Θέλω να πω είναι μπορεί να είναι ρίσκο.
Π – ,Νομίζω το συστατικό της επιτυχίας δεν είναι ούτε η συγγένεια ούτε το να είναι κάποιος ξένος με τον συνεργάτη του. Είναι το πόσο ο ένας εκμεταλλεύεται τις γνώσεις του άλλου και πώς θα μπορέσεις αυτό να το πας παρακάτω, και πόσο θα μπορέσεις να έχεις ανοιχτό μυαλό και να μην έχεις εγωισμό. Αυτό είναι η συνταγή της επιτυχίας σε όλες τις επιχειρήσεις,. Να συμπληρώσω σε όλα αυτά που συζητάμε ότι εδώ πέρα η δομή είναι κάτι υβριδικό. Δεν είναι ούτε εταιρεία, ούτε αμιγώς καλλιτεχνικό εργαστήριο, έχουμε εφαρμόσει τεχνικές μιας εταιρίας σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Ίσως και αυτό είναι που μας ξεχωρίζει, χρησιμοποιούνε δηλαδή μεθοδολογία, χρησιμοποιούμε πρακτικές και δομή εταιρείας με καλλιτεχνικό υπόβαθρο.
Ά – Εκμεταλλευόμαστε το background λοιπόν πού είχαμε: ο πατέρας μας αυτό που είχε, εμείς, με τα οικονομικά ο Παναγιώτης, εγώ ο Άγγελος με το μάρκετινγκ, όλα αυτά υπάρχουν εδώ μέσα σε μία οικογενειακή μεν δουλειά, καλλιτεχνική προσέγγιση και εικόνα, αλλά φουλ επαγγελματική, γιατί υπάρχουν οι γνώσεις εξαγωγικής εταιρείας.
-Και επιπλέον κάτι αναγνωρίσιμα ελληνικό.
Α – Εμείς εξάγουμε πολιτισμό σιωπηλά. Ούτε το φωνάζουμε, ούτε το διατυμπανίζουμε. Προσπαθούμε να είμαστε με πολύ σεβασμό στην παράδοση μας και στις ρίζες μας, να κάνουμε κάτι το οποίο θα ταξιδέψει στον κόσμο και θα δείξει την καταγωγή μας. Καλό θα ήταν την εποχή αυτή που είναι πολύ δύσκολη για όλους και υπάρχει κρίση και στις αξίες και στον πολιτισμό, ο καθένας από τη μεριά τους οποιοδήποτε κλάδο, είτε στο επιχειρείν, είτε στο καλλιτεχνικό, είτε στο οτιδήποτε, να προσεγγίσει όλη αυτή την προσπάθεια με σεβασμό και με μία ποιότητα που την έχουμε ως χώρα. Γιατί δυστυχώς αυτή τη στιγμή φαίνονται άλλα πράγματα και όχι η ποιότητά μας γενικότερα.
-Έργα σας υπάρχουν και σε ανοιχτούς χώρους, σε ξενοδοχεία, στο δημαρχείο του Φαλήρου και σε αυτό της Τριπόλεως. Ποια είναι η γνώμη σας για την ύπαρξη της δημόσιας τέχνης αυτή τη στιγμή στη χώρα και τον ρόλο της σε δημόσια κτίρια, σε υπουργεία, σε υπηρεσίες, και τη σημασία της και πώς βοηθιέται από φορείς, δημόσιους ή όχι.
Π – Εγώ είμαι πάρα πολύ απογοητευμένος Έτυχε σήμερα και διάβασα ένα άρθρο για επαναλαμβανόμενες κλοπές γλυπτών στο δήμο Νέας Σμύρνης που ανήκουμε – εκεί μεγαλώσαμε εκεί πήγαμε σχολείο. Κλέβονται οι προτομές, κλέβονται τα γλυπτά. Ακόμα και αν θες να κάνεις μία κίνηση, είμαστε σε μία χώρα που δεν σέβεται τον πολιτισμό. Δεν φυλάσσονται, δεν εκτιμώνται ούτε καν τα έργα τέχνης, τα οποία έχουν έναν ρόλο: να προάγουν την ποιότητα ζωής μας. Έρχονται από όλο τον κόσμο να δουν τον Παρθενώνα και αυτό ακόμα πουλάμε μετά από δύομισι χιλιάδες χρόνια και λέμε έχουμε πολιτισμό. Ο σύγχρονος πολιτισμός, που είμαστε εμείς και προσπαθούμε να εντάξουμε την τέχνη στο δημόσιο βίο, ή θα καταστραφεί, η θα βανδαλιστεί, ή θα το κλέψουν, είναι δύσκολο πλέον, ναι είναι πραγματικά ανυπόφορο και δύσκολο.
Α – Πάνω σε αυτό θέλω να συμπληρώσω: επί προσωπικού για το δικό μας αντικείμενο: δύο φορές σε επικοινωνία με κεντρικό δήμο χαρίζαμε έργο μας μουσειακό. Γιατί; Γιατί έχουμε εγώ και ο Παναγιώτης την τρέλα να θέλουμε το όνομα του πατέρα μας να μείνει για πάντα – γιατί κακά τα ψέματα δεν θα ζήσουμε όλοι για πάντα και επειδή κάποια στιγμή ρεαλιστικά δεν θα είμαστε με τον πατέρα μαζί, θέλουμε να μείνει κάτι. Για αυτό χαρίζαμε έργο τριών μέτρων, κορμό ελιάς αξίας 200.000 ευρώ, ένα κομμάτι για το οποίο η τελευταία κουβέντα ήταν να μπει στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου δίπλα από τους Δίδυμους Πύργους. Και είπαμε τότε Όχι, γιατί υποτίθεται θα έμπαινε εδώ στην Ελλάδα. Και ενώ το χαρίζαμε, κανείς δεν μπορούσε να αναλάβει όλη τη διαδικασία για να το προχωρήσουμε. Τελικά δεν το θέλανε, η απογοήτευση στο δικό μας μυαλό είναι και εξαιτίας αυτού.
-Αυτό ήταν σίγουρα κρίμα…
Α – Σφαιρικότερα, στο γενικό ερώτημα “θα έπρεπε να υπάρχουν έργα;” απαντώ: Θα έπρεπε 100% και να είναι άπειρα, να ενημερώνεται ο κόσμος, να τα βλέπει και να γεμίζει από εικόνες, να ελπίζουν τα παιδιά.
Π – Θα έπρεπε δρόμοι και πεζοδρόμια να είναι υπαίθρια μουσεία τέχνης, όχι απλά να τα ξαναστρώνουν πάντα ένα μήνα πριν τις εκλογές.